παραμιμνησκομαι

παραμιμνησκομαι
    παραμιμνῄσκομαι
    παρα-μιμνῄσκομαι
    (pf. παραμέμνημαι) при случае, попутно вспоминать или упоминать
    

(τινος Her., Soph.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "παραμιμνησκομαι" в других словарях:

  • παραμιμνήσκομαι — Α μνημονεύω κάτι ευκαιριακά ή τυχαία («καὶ παρεμνήσω γὰρ αὖ τῆς... μητρός», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + μιμνήσκομαι «αναφέρω»] …   Dictionary of Greek

  • παρεμνήσθην — παραμιμνήσκομαι mention besides aor ind pass 3rd pl (epic doric aeolic) παραμιμνήσκομαι mention besides aor ind pass 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραμιμνῄσκεται — παραμιμνήσκομαι mention besides pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραμέμνημαι — παραμιμνήσκομαι mention besides perf ind mp 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεμνήσθημεν — παραμιμνήσκομαι mention besides aor ind pass 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεμνήσω — παραμιμνήσκομαι mention besides aor ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»